- βηματόμετρο
- τοόργανο που μοιάζει με ρολόι και μετρά τα βήματα πεζού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
δρομογράφος — ο βηματόμετρο* … Dictionary of Greek